Τα άτομα που ξυπνούν νωρίτερα το πρωί από μόνα τους είναι λιγότερο πιθανό να εμφανίσουν προβλήματα ψυχικής υγείας στο μέλλον, όπως έχουν ανακαλύψει ερευνητές.
Η μελέτη, η οποία διεξήχθη από επιστήμονες από μια σειρά πανεπιστημίων με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, τις ΗΠΑ, την Ολλανδία, τη Γερμανία και την Αυστραλία, δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature Communications.
Για την έρευνά τους, η επιστημονική ομάδα αξιολόγησε δεδομένα από περίπου 700.000 άτομα, για να καθορίσει πώς η γενετική κατασκευή ενός ατόμου μπορεί να επηρεάσουν τον φυσικό του κιρκάδιο ρυθμό και την κατάσταση της ψυχικής του υγείας. Οι ερευνητές ήταν σε θέση να εντοπίσουν 351 γενετικούς παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν εάν ένα άτομο είναι πιθανό να έχει τάση να ξυπνάει νωρίς το πρωί ή να πηγαίνει για ύπνο αργά τη νύχτα.
Τα δεδομένα συγκεντρώθηκαν από ανθρώπους που είχαν εγγραφεί στη βρετανική τράπεζα γενετικών δεδομένων Biobank και άτομα που είχαν υποβάλει γενετικά δείγματα σε εταιρεία τεστ DNA, 23andMe.
Οι ερευνητές αξιολόγησαν τα γονίδια των ανθρώπων που χαρακτήρισαν τους εαυτούς τους ως «πρωινούς τύπους» ή «βραδινούς τύπους», καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι υπάρχει ισχυρή σύνδεση μεταξύ του DNA τους και της ικανότητάς τους να σηκώνονται εύκολα από το κρεβάτι το πρωί.
Τα ευρήματα έδειξαν επίσης ότι οι άνθρωποι που κατηγοριοποιούνται ως πρωινοί τύποι είναι λιγότερο πιθανό από τα νυχτοπούλια να υποφέρουν από προβλήματα ψυχικής υγείας. Η ομάδα συνέκρινε τους 351 γενετικούς παράγοντες με γονίδια που έχουν συσχετιστεί με κάποια προβήματα ψυχικής υγείας και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι εκείνοι που ξυπνούν εύκολα νωρίς το πρωί έχουν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν παθήσεις όπως η κατάθλιψη ή η σχιζοφρένεια.
«Υπάρχουν σαφείς επιδημιολογικές συσχετίσεις που αναφέρονται στην επιστημονική βιβλιογραφία μεταξύ των χαρακτηριστικών ψυχικής υγείας και των πρωινών ή βραδινών τύπου, με τις διαταραχές ψυχικής υγείας συνήθως να υπερεκπροσωπούνται στους βραδινούς τύπους», ανέφεραν οι ερευνητές. «Σε αυτήν τη μελέτη δείχνουμε ότι το εύκολο πρωινό ξύπνημα συσχετίζεται γενετικά αρνητικά τόσο με την κατάθλιψη, όσο και με τη σχιζοφρένεια, ενώ συσχετίζεται θετικά με την ευεξία».