Τα κατάγματα στην περιοχή του ισχίου αποτελούν συχνά οστεοπορωτικά κατάγματα. Συμβαίνουν συνήθως σε ασθενείς άνω των 65 ετών, πιο συχνά σε γυναίκες, μετά από από πτώση στο έδαφος. Μπορεί να συμβούν και σε νέους ενήλικες, ως αποτέλεσμα κακώσεων υψηλής ενέργειας. Τέτοιες κακώσεις προέρχονται από τροχαία ατυχήματα, ή πτώσεις από ύψος άνω των 2 μέτρων. Η συχνότητά τους αποτελεί ένα μείζον κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα. Αυτό αυξάνεται, εάν συνυπολογιστεί ο σημαντικός αριθμός των επιπλοκών τους, καθώς και ο μακρύς χρόνος αποκατάστασης που απαιτείται.
Τα παλαιότερα χρόνια, το λεγόμενο «πέσιμο» ήταν ένα φόβητρο για την τρίτη ηλικία και τις οικογένειές τους διότι οι περιορισμένες χειρουργικές δυνατότητες οδηγούσαν σε παρατεταμένο κλινιστατισμό των ασθενών με συνέπεια να δοηγούνται πολύ συχνά σε σοβαρές επιπλοκές και στον θάνατο. Τις τελευταίες όμως δεκαετίες, τόσο η πρόοδος της Ορθοπαιδικής (και των διαθέσιμων εμφυτευμάτων), όσο και της αναισθησιολογίας έχουν βοηθήσει στη γρήγορη και αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτών των καταγμάτων, με αποτέλεσμα την επιστροφή στις φυσιολογικές δραστηριότητες της ηλικίας.
Ταξινόμηση καταγμάτων ισχίου
Τα κατάγματα αυτά ταξινομούνται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τα ενδαρθρικά (υποκεφαλικά και κατάγματα αυχένος) και τα εξωαρθρικά κατάγματα (διατροχαντήρια, υπο-τροχαντήρια). Η ταξινόμηση αποτελεί ταυτόχρονα οδηγό αντιμετώπισης, διότι μεταξύ τους παρουσιάζουν θεμελιώδεις διαφορές, όπως:
- διαφορετική εμβιομηχανική σταθερότητα,
- διαφορετική αποκατάσταση,
- διαφορετικές επιπλοκές και
- διαφορετική φυσική πορεία.
Ανάλογα το είδος κατάγματος λοιπόν που έχει ο ασθενής, την ηλικία του και τις ανάγκες του, ο ιατρός ορθοπεδικός επιλέγει την κατάλληλη χειρουργική τεχνική και το ανάλογο εμφύτευμα εάν και όπου χρειάζεται και εκτελεί τη χειρουργική επέμβαση.
Κατόπιν της επέμβασης, ο ορθοπεδικός ιατρός μαζί με τον φυσικοθεραπευτή οργανώνουν το πρόγραμμα αποκατάστασης. Η γρήγορη κινητοποίηση είναι σημαντική ώστε και το τραυματισμένο μέλος να λειτουργήσει σύντομα και σωστά αλλά και η συνολική εικόνα του ασθενή να βελτιωθεί (καρδιοαναπνευστικό σύστημα).
Ο φυσικοθεραπευτής έχει ως σκοπό και στόχο τη μείωση του πόνου και του οιδήματος, την ενδυνάμωση του μέλους, τη φόρτιση του μέλους την κατάλληλη χρονική στιγμή, τη βελτίωση της καρδιοαναπνευστικής λειτουργίας και των αντοχών και επαναφορά της σωστής βάδισης.
Οι διάφορες τεχνικές και μέσα χρησιμοποιούνται από πιστοποιημένους φυσικοθεραπευτές και η χρήση τους από μη πιστοποιημένους τιμωρείται ποινικά από τη νομοθεσία.
Θεοφάνης Μουντζούρης
Φυσικοθεραπευτής, Απόφοιτος του ΑΤΕΙ Αθηνών, Ενεργό Μέλος του Πανελλήνιου Συλλόγου Φυσικοθεραπευτών και Γενικός Γραμματέας του Επιστημονικού Τμήματος Αθλητικής Φυσικοθεραπείας
physiof.gr