Ο αριθμός των πρόωρων τοκετών αυξάνεται συνεχώς και σύμφωνα με την Ελληνική Νεογνολογική Εταιρεία και την Ελληνική Εταιρία Περιγεννητικής Ιατρικής, περίπου 15.000.000 νεογνά σε ολόκληρο τον κόσμο γεννιούνται πρόωρα.
Πριν από δύο χρόνια, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Environment International, συνολικά 2.7 εκατομμύρια πρόωρες γέννες ετησίως μπορούν να προληφθούν από την αποτελεσματική αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Τα μικροσωματίδια που εκπέμπονται στην ατμόσφαιρα εξαιτίας των αναθυμιάσεων από τις πετρελαιοκίνητες μηχανές, τις δασικές πυρκαγιές και άλλες πηγές, μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο πρόωρων γεννήσεων, μαζί με άλλους παράγοντες κινδύνου όπως η ηλικία και η κατάσταση της υγείας της μητέρας,
Τώρα, σύμφωνα με νέα επιστημονική έρευνα, η άνοδος της θερμοκρασίας εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, έχει και μια παραγνωρισμένη επίπτωση, καθώς αυξάνει τη συχνότητα των τοκετών που γίνονται πριν την ώρα τους. Η μελέτη διαπίστωσε ότι οι γεννήσεις μπορούν να συμβούν έως και δύο εβδομάδες νωρίτερα, λόγω αυτού και μόνο του κλιματικού παράγοντα.
Οι ερευνητές από τις ΗΠΑ και τη Γερμανία, με επικεφαλής τον Άλαν Μπαρέκα του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα κλιματικής αλλαγής «Nature Climate Change», ανέλυσαν στοιχεία για 56 εκατομμύρια τοκετούς. Εκτιμήθηκε ότι οι γεννήσεις επιταχύνονται κατά 5% τις μέρες που η μέγιστη θερμοκρασία ξεπερνά τους 32,2 βαθμούς Κελσίου. Η μέση επίσπευση των τοκετών είναι έξι μέρες, ενώ μπορεί να φθάσει και τις δύο εβδομάδες.
Διαπιστώθηκε ότι κατά μέσο όρο, 25.000 μωρά γεννιούνται πρόωρα κάθε χρόνο στις ΗΠΑ εξαιτίας της υψηλότερης θερμοκρασίας μετά το 1969. Οι επιστήμονες υπολόγισαν ότι κάθε χρόνο στην Αμερική χάνονται περισσότερες από 150.000 μέρες κύησης, λόγω της κλιματικής αλλαγής που «σπρώχνει» τους τοκετούς πιο μπροστά.
Θεωρούν δε πιθανό ότι ο αριθμός αυτός θα αυξηθεί στις 400.000 χαμένες μέρες εγκυμοσύνης ετησίως έως το 2100. Ο πρόωρος τοκετός, όπως έχουν δείξει και προηγούμενες μελέτες, μπορεί να αποβεί βλαπτικός για τη σωματική και ψυχική υγεία του παιδιού.